Το πρωτοσέλιδο της «Καθημερινής» της Κυριακής 9 Οκτωβρίου 2022 δεν άφηνε πολλά περιθώρια για διαφωνία. Σύμφωνα με την εφημερίδα, «κυβερνητικοί παράγοντες και αναλυτές της αγοράς» εκτιμούν ότι «η ελληνική οικονομία μεσοπρόθεσμα θα χρειαστεί 200.000 επιπλέον εργαζομένους στη γεωργία και στις ιχθυοκαλλιέργειες, 150.000 στη μακροχρόνια φροντίδα, 50.000 στον τουρισμό και εκατοντάδες χιλιάδες έξτρα απασχολούμενους στις κατασκευές». Μάλιστα, το ίδιο δισέλιδο άρθρο μας πληροφορούσε περαιτέρω ότι «ήδη στα δημόσια έργα δεν βρίσκουν εργαζομένους, [και] ψάχνουν κόσμο στη Μέση Ανατολή», ενώ οι αγροτικοί παραγωγοί «ζητούν να τους βρούμε εργατικά χέρια από το Μπαγκλαντές και άλλες χώρες». Λίγες ημέρες αργότερα (14/10/2022), σε άλλο άρθρο στην ίδια εφημερίδα, αναφερόταν ότι ήδη υπάρχει συμφωνία με την Αίγυπτο για 5.000 εποχικούς εργάτες γης, ενώ για το ίδιο θέμα υπάρχουν επαφές με το Βιετνάμ, την Ινδία και τις Φιλιππίνες!
Αθροίζοντας τα παραπάνω νούμερα, φθάνουμε σε έναν (παρουσιαζόμενο ως) «αναγκαίο» επιπρόσθετο πληθυσμό αλλοδαπών εργατών μεγέθους τουλάχιστον 600.000 ατόμων! Και όλοι αυτοί είναι «απαραίτητοι», ενώ ήδη διαβιούν στην Ελλάδα με άδεια διαμονής περίπου 680.000 αλλοδαποί από χώρες εκτός ΕΕ, συν 60.000 αναγνωρισμένοι πρόσφυγες / δικαιούχοι διεθνούς προστασίας. Ουσιαστικά, οι «κυβερνητικοί παράγοντες» και οι «αναλυτές της αγοράς» υποστηρίζουν ότι για την Ελλάδα είναι «αναγκαίος» ο διπλασιασμός των αλλοδαπών που θα διαμένουν νόμιμα στην χώρα για τα προσεχή έτη. Είναι όμως έτσι;
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να επισημανθεί ότι η συνεχής διαθεσιμότητα άφθονου ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού σε συνδυασμό με την ελλιπή περιφρούρηση της εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας από τους κρατικούς μηχανισμούς (π.χ. επιθεώρηση εργασίας) συντελεί στην διατήρηση των χαμηλών αμοιβών (ή και στην περαιτέρω μείωσή τους) και στην επιδείνωση των συνθηκών εργασίας στους κλάδους αυτούς (π.χ. απλήρωτη υπερωριακή απασχόληση, κακές συνθήκες διαμονής κ.λπ.). Η κατάσταση αυτή, η οποία διατηρείται εδώ και δεκαετίες, θα οδηγήσει τους λίγους εναπομείναντες γηγενείς και τους παλαιότερους (από τους εκ των υστέρων νομιμοποιημένους) μετανάστες εργάτες στους κλάδους αυτούς είτε στο να δεχθούν την επιδείνωση των όρων εργασίας τους, είτε να αναζητήσουν καλύτερες αμοιβές και συνθήκες στο εξωτερικό (όπως γίνεται ήδη).
Επιπλέον, η συνεχής διαθεσιμότητα άφθονου ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού ουσιαστικά αποτρέπει τους επιχειρηματίες από το να επενδύσουν στις νέες τεχνολογίες, οι οποίες αναπτύσσονται ραγδαία για την αγροτική παραγωγή. Γιατί να επενδύσει χρήματα ένας καλλιεργητής για να εισάγει νέες τεχνολογίες και καινοτομίες όταν το κράτος του παρέχει άφθονο και φθηνότατο εργατικό δυναμικό προς εκμετάλλευση; Για παράδειγμα, ως προς το τίναγμα και την συλλογή των ελαιών έχουν αναπτυχθεί διάφορα ραβδιστικά μηχανήματα ή μηχανήματα δόνησης, ενώ μεγάλες προόδους έχει κάνει η υψηλή τεχνολογία και η ρομποτική στις αγροτικές καλλιέργειες: αμπελώνες, καλλιέργεια φράουλας κ.λπ. (δείτε ενδεικτικά το άρθρο «Ρομποτικά χέρια και στα χωράφια», στην «Καθημερινή» 10/7/2022).
Η εισαγωγή νέων τεχνολογιών μπορεί να έχει ένα υψηλότερο αρχικό κόστος αλλά, λόγω της αυξημένης παραγωγικότητάς της, μεσοπρόθεσμα ευνοεί τον επιχειρηματία και τον απαλλάσσει από το ετήσιο άγχος της εύρεσης μεγάλου αριθμού εποχικών εργατών. Η στόχευση ενός σοβαρού κράτους πρέπει να είναι η εισαγωγή καινοτομιών και νέων τεχνολογιών στην αγροτική παραγωγή και όχι η επανάπαυση στην εύκολη λύση του φθηνού αλλοδαπού εργατικού δυναμικού, η οποία όμως μεσο-μακροπρόθεσμα έχει αποδειχθεί ολέθρια.
Επιπλέον, μόνο ως αστείο μπορεί να θεωρηθεί ότι Μπαγκλαντεσιανοί ή Βιετναμέζοι θα καλύψουν τις όποιες ανάγκες της χώρας στον τουριστικό κλάδο (τον οποίον υποτίθεται ότι προσπαθούμε να κάνουμε και ποιοτικότερο) ή στον κλάδο της φροντίδας ηλικιωμένων. Προφανώς, οι «κυβερνητικοί παράγοντες» και οι «αναλυτές της αγοράς» είτε θεωρούν ότι οι Μπαγκλαντεσιανοί και οι Βιετναμέζοι «φροντιστές» θα φροντίζουν Έλληνες ηλικιωμένους χωρίς να μιλούν ελληνικά, ή θα έχουν ανακαλύψει πολλούς «Ελληνόφωνους» σε αυτές τις δύο χώρες!
Επιπρόσθετα επιχειρήματα ότι οι μετανάστες θα «λύσουν» το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας ή ότι θα «σώσουν» το ασφαλιστικό σύστημα, δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική. Η πληθυσμιακή μείωση ενός έθνους δεν λύνεται με την αθρόα εισροή αλλοεθνών προκειμένου να συμπληρωθούν αριθμητικά τα «κενά», καθώς τότε δεν πρόκειται για «επίλυση» του δημογραφικού, αλλά για πληθυσμιακή αντικατάσταση των γηγενών από επήλυδες – και μάλιστα αντικατάσταση οργανωμένη και συντονισμένη από το ίδιο το Κράτος που υποτίθεται ότι φροντίζει για τα συμφέροντα του γηγενούς πληθυσμού! Και σίγουρα ΔΕΝ είναι προς το συμφέρον των γηγενών η δημογραφική εξαφάνιση και η πληθυσμιακή αντικατάστασή τους.
Το δημογραφικό θα λυθεί μόνο με την στήριξη της μητρότητας και την στοχευμένη και συνεχή παροχή κινήτρων στις ελληνικές οικογένειες ώστε να αποκτήσουν και να μεγαλώσουν τόσα παιδιά όσα επιθυμούν. Το ίδιο ισχύει και για τα περί «διάσωσης» του ασφαλιστικού συστήματος, καθώς οι αλλοδαποί εργάτες που θα ενταχθούν σε αυτό θα δικαιούνται να κάνουν και εκείνοι χρήση των υπηρεσιών του (π.χ. ιατροφαρμακευτική περίθαλψη) και επομένως είναι πολύ συζητήσιμο ακόμα και το αν το ισοζύγιο εισφορών–κόστους είναι θετικό.
Θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι ακριβώς τα ίδια έωλα επιχειρήματα είχαν χρησιμοποιηθεί από την Ελλαδική πολιτική, δημοσιογραφική και πανεπιστημιακή ελίτ κατά την δεκαετία του ‘90 προκειμένου να «δικαιολογηθεί» η εκ των υστέρων νομιμοποίηση εκατοντάδων χιλιάδων παρανόμων μεταναστών (κυρίως Αλβανών). Και τότε το επιχείρημα ήταν ότι όλοι αυτοί ήταν «αναγκαίοι» για να καλύψουν θέσεις ανειδίκευτής εργασίας, να «σώσουν» το ασφαλιστικό και τις συντάξεις και να «λύσουν» το δημογραφικό!
Και με αυτήν την σαθρή επιχειρηματολογία, το Ελλαδικό κράτος προχώρησε όχι σε μία, ούτε σε δύο, αλλά σε τέσσερις εκ των υστέρων νομιμοποιήσεις: δύο επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ (1997 και 2001) και δύο επί κυβερνήσεων ΝΔ (2005 και 2007). «Έλυσαν» κάτι αυτές οι αλλεπάλληλες νομιμοποιήσεις εκατοντάδων χιλιάδων παρανόμων μεταναστών; Μήπως κάλυψαν τις θέσεις ανειδίκευτης εργασίας; Μήπως «έσωσαν» τα ασφαλιστικά ταμεία; Μήπως «έλυσαν» το δημογραφικό; Η απάντηση είναι «όχι», γι’ αυτό και, μόλις 15-20 χρόνια μετά από αυτές τις εκ των υστέρων νομιμοποιήσεις, βρισκόμαστε να μιλάμε ξανά για τα ίδια προβλήματα, και οι Ελλαδικές ελίτ να προτείνουν και πάλι την ίδια λανθασμένη συνταγή: την εισαγωγή επιπλέον εκατοντάδων χιλιάδων αλλοδαπών από την Μέση Ανατολή, μέχρι το Βιετνάμ και τις Φιλιππίνες.
Δεν θα πρέπει να προκαλεί κατάπληξη ότι η ίδια λανθασμένη «λύση» προτείνεται ακόμα και από την «πατριωτική» ΝΔ, καθώς ο αρχηγός της έχει δηλώσει μετεκλογικά στην Βουλή (4/10/2019): «Είμαι υπερήφανος όταν πηγαίνω σε παρελάσεις και βλέπω μια κοινωνία η οποία μετατρέπεται σε πολυπολιτισμική σιγά–σιγά». Όταν, λοιπόν, η πληθυσμιακή «πολυπολιτισμικοποίηση» της Ελληνικής κοινωνίας αποτελεί «πηγή υπερηφάνειας» για την πολιτική ελίτ της χώρας, οι πολίτες ας μην περιμένουν κάτι καλύτερο.
Οι λύσεις στα προβλήματα της Ελλάδας θα προέλθουν μόνο από τους ίδιους τους Έλληνες, στους οποίους θα δοθούν κίνητρα να κάνουν παιδιά, να εισαγάγουν νέες τεχνολογίες στην παραγωγή, να «απεξαρτηθούν» από την φθηνά εργατικά χέρια και να επανεύρουν την σύνδεσή τους με την Ελληνική γη, την Ελληνική θάλασσα και με την ελληνική επαρχία. Στην προσπάθειά τους αυτή οι Έλληνες χρειάζονται αρωγό και συμπαραστάτη ένα πραγματικά ελληνικό κράτος και όχι την ντόπια ουδετεροεθνή και κοσμοπολίτικη ελίτ στην οποία οι ίδιοι με την ψήφο τους επιτρέπουν να τους καταδυναστεύει. Ας ελπίσουμε ότι οι Έλληνες δεν θα αργήσουν να το καταλάβουν, και να βάλουν το μεσο-μακροπρόθεσμο εθνικό συμφέρον πάνω από το όποιο βραχυπρόθεσμο ατομικό συμφέρον
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος Μαρτίου 2023 του περιοδικού «Ενδοχώρα».
* Ο Γιάννης Κολοβός μελετά το μεταναστευτικό από τα τέλη της δεκαετίας του ‘90 και έχει γράψει τα βιβλία «Το Κουτί της Πανδώρας: Παράνομη Μετανάστευση και Νομιμοποίηση στην Ελλάδα» (2003) και «Μεταναστευτική Πολιτική και Ενσωμάτωση Μεταναστών: η περίπτωση της Ελλάδας» (2011), τα οποία έχουν εκδοθεί από τις εκδόσεις «Πελασγός».